- κακοσυνταξία
- ηκακή σύνταξη, ασυνταξία: Προσπάθησε να διορθώσεις την κακοσυνταξία των προτάσεων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
κακοσυνταξία — η (Μ κακοσυνταξία) κακή σύνδεση λέξεων ή φράσεων, κακή σύνταξη, ασυνταξία, σολοικισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο) * + σύνταξις] … Dictionary of Greek
κακοσυνταξίας — κακοσυνταξίᾱς , κακοσυνταξία bad grammar fem acc pl κακοσυνταξίᾱς , κακοσυνταξία bad grammar fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κακοσυνταξίαν — κακοσυνταξίᾱν , κακοσυνταξία bad grammar fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)